Οχι άλλα μπαλώματα, κατεδάφιση…

Οχι άλλα μπαλώματα, κατεδάφιση… και ξαναχτίσιμο! Οι πολιτικές εξελίξεις πραγματοποιούνται κάτω απο την βαρειά σκιά τής διεθνούς υποτίμησης τού κύρους τής Ελληνικής Πολιτείας, λόγω τών οικονομικών ελλειμμάτων και τής αναξιοπιστίας της. Ελλείμματα που δεν προκλήθηκαν απο αναπόδραστες ανάγκες τού Ελληνικού Λαού, αλλά απο την έλλειψη στρατηγικών στοχεύσεων τών μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων.

Ο βασικός στόχος τους, ήταν η παραμονή τους στην εξουσία, μέσω παροχών, και οχι η αναζήτηση, όπως ώφειλαν, ενός συγκεκριμένου οικονομικού ρόλου τής Ελλάδας, στην παγκοσμιοποιημένη διεθνή αγορά, ώστε να εξασφλισθεί η ανταγωνιστικότητα τής εθνικής παραγωγής και οικονομίας.

Η κατασπατάληση εθνικών πόρων και δανεικών χρημάτων, σε χαμηλής παραγωγικότητας δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις, το αδικαιολόγητα μεγάλο κόστος ασυντόνιστων με την παραγωγική διαδικασία έργων, οι χαριστικές παροχές σε υπηρεσίες ήσσονος παραγωγικής αξίας, η μη ορθολογική αξιοποίηση τού ανθρώπινου δυναμικού και ιδιαίτερα η αδιαφορία γιά την ανταγωνιστική εκμετάλλευση τών πλουτοπαραγωγικών μας πηγών, είχαν ως αποτέλεσμα, το δυσβάστακτο εθνικό χρέος, που σε λίγο θα υπερβαίνει το 150% τού ετήσιου ακαθάριστου εθνικού μας προϊόντος,

Παρά τα καταστρεπτικά αποτελέσματα, οι πραγματικές αιτίες αυτής τής πτωτικής πορείας δεν έχουν αναζητηθεί ακόμη. Τώρα όμως, η οδυνηρή κρίση μάς υποχρεώνει να τίς διερευνήσουμε σε βάθος. Εμείς πιστεύουμε, ότι το πραγματικό πρόβλημα τής Ελλάδας δεν είναι οι αριθμοί των ελλειμάτων, αλλά το αποτέλεσμα τής λανθασμένης στόχευσης-αντίληψης στα ερωτήματα ποιά είναι η χώρα μας, ποιοί θέλουμε να είμαστε, ποιοί μπορούμε να είμαστε, μέσα στο παγκόσμιο σήμερα.

Τα ερωτήματα αυτά δεν είναι επαρκές να απαντηθούν με αριθμητικούς συλλογισμούς. Οι απαντήσεις πρέπει να είναι ιδεολογικού χαρακτήρα και να προσδιορίζουν τον επιδιωκόμενο διεθνή ρόλο μας, το διεθνές πρόσωπό μας.

Η παγκόσμια αναγνώριση τής Ελλάδας, ως λίκνον τής Δημοκρατίας, μάς επιβάλλει αυτήν την τόσο επίμαχη περίοδο, οι στόχοι τών κομμάτων να μην εξαντλούνται σε εσωκομματικές διαδικασίες και στην επιδίωξη πολιτικών πλεονεκτημάτων με την κατάθεση επι μέρους οικονομικών προτάσεων.

Τα ελάχιστα καθορίζουν τα μέγιστα και ο δρόμος προς τα έξω, περνά πάντα απο μέσα. Οσο πρόχειρα και περιορισμένα αντιμετωπίζονται τα πράγματα μέσα σε ένα κόμμα, έτσι κοντόφθαλμα θα τα δεί και ως κυβέρνηση και ως αντιπολίτευση..

Αν επαναπαυθούμε στην λογική, αλλά ανεπαρκή, αιτιολογική προσέγγιση τής κρίσης, αποδίδοντάς την, απλώς, στην κακή διαχείριση τών κατά καιρούς αντιπάλων μας, ή στην έλλειψη κατάλληλου πολιτικού δυναμικού, όχι μόνο δεν θα απαλλαγούμε απο αυτήν, αλλά πιθανότατα θα καταλήξουμε σε περισσότερο ζημιογόνα λάθη.

Η ελπίδα βελτίωσης απο τις σημερινές υποσχέσεις και τα διάφορα εξωτερικά σχέδια «σωτηρίας», είναι μάταιη. Το μόνο που επιδιώκεται είναι η εξασφάλιση τής προσωρινής πληρωμής τών τόκων στούς δανειστές μας. Τα όποια προσφερόμενα δάνεια δεν μπορούν, και δεν έχουν στόχο, να εξυγιάνουν την οικονομία μας.

Είναι εθνική επιταγή η σύνταξη ενός ρηξικέλευθρου προγράμματος ανάπτυξης, με ένα βαθειά μελετημένο πλαίσιο οικονομικών δράσεων, σε τομείς παραγωγής, στούς οποίους να μπορούμε να εξειδικευθούμε, ανταγωνιστικά, μέσα στην διεθνή αγορά.

Για να επιτευχθούν αυτά απαιτείται ένα εκ βάθρων διαφορετικό πρότυπο διακυβέρνησης τής Ελλάδας, με το οποίο θα ανατραπούν οι αναποτελεσματικές πολιτικές επιλογές, και θα εξασφαλισθεί η άρση τών αιτίων τής κρατικής δυσλειτουργίας.

Οφείλουμε να δούμε την πολιτευματική μας κατάσταση όπως είναι, και οχι όπως λέμε οτι είναι. Η Δημοκρατία δεν είναι λόγια, είναι βιούμενη συνειδητά κατάσταση.

Οσο κι αν είναι δυσσάρεστο, ο τρόπος άσκησης τής κρατικής εξουσίας μάς οδηγεί στο να αποδεχθούμε οτι οι αιτίες, για την ελλειμματική κοινοβουλευτική μας δημοκρατία και την υποβάθμισή της σε πρωθυπουργική μοναρχία, χειραγωγούμενη απο εξωθεσμικά κέντρα., ενυπάρχουν στο Σύνταγμά μας

Ο Ελληνας πολίτης, αποκλεισμένος απο τις διαδικασίες διαχείρισης τής εξουσίας, δεν αισθάνεται πολίτης, με δικαιώματα και ευθύνες, αλλά υπήκοος, που απαιτεί την λύση όλων τών προβλημάτων του από την Πολιτεία. και “εκτονώνεται” με πορείες, διαμαρτυρίες, διαδηλώσεις, καταλήψεις, απεργίες, όμως, οπως είναι γνωστό, ουδείς ισχυρότερος τού πλαισίου του.

Η Λαϊκή Κυριαρχία ασκείται, μεν, εν ονόματι τού Ελληνικού Λαού, αλλά ο πολίτης δεν έχει την δυνατότητα οποιασδήποτε θεσμικής παρέμβασης, πλην τής ανα τετραετία ψήφου του. Βιώνει έναν πολιτικό εξοβελισμό, συνταγματικά επιβεβλημένο.

Οι διεκδικήσεις, λογικές ή παράλογες, είναι συντεχνιακές και το όποιο ώφελος, κατάκτηση έντονης εξωθεσμικής αντίδρασης απαιτούντων, και όχι εθνικό, απο προσπάθειες ψύχραιμων και θεσμικώς παρεμβαινόντων πολιτών.

Ετσι, βρίσκόμαστε σε μια συνεχή αντιπαράθεση με την ίδια μας την Πολιτεία, που μάς αποξενώνει πολιτικά και μάς αποδυναμώνει ως παραγωγικές μονάδες.

Κανένα ιδεολογικό ή οικονομικό σύστημα, όμως, δεν μπορεί να εφαρμοστεί επιτυχώς, εαν οι πολίτες δεν εγκολπωθούν τούς κοινούς στόχους και δεν θεωρήσουν οτι οι προσπάθειες τής Πολιτείας, αποσκοπούν στην δική τους ωφέλεια. Εαν δεν ταυτίσουν συνειδητά την ατομική με την συλλογική προσπάθεια. Η εμμονή τού πολίτη στο «δικό» μου, σε μια Δημοκρατία, εμπεριέχει τον σπόρο της καταστροφής.

Ατυχώς, για τούς Ελληνες, το δημοκρατικό έλλειμμα τής Πολιτείας μας, είναι κατά πολύ βαθύτερο και πολύ πιο ζημιογόνο τού οικονομικού.

Τα μεταπολιτευτικά κόμματα απέφυγαν να προωθήσουν τούς συμμετοχικούς θεσμούς, παρά την διεθνή τάση εφαρμογής μορφών αμεσώτερης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Οι πολιτικοί μας απέφυγαν τη συμμετοχή τού πολίτη, αισθανόμενοι, ίσως, οτι θα τούς περιορίσει την μονοπωλιακή άσκηση τής εξουσίας, την οποία τώρα ανενόχλητοι απολαμβάνουν, εκμεταλλευόμενοι την πολύ βαθειά θεσμική φτώχεια τής Δημοκρατίας μας.

Αλλά ας σκεφτούμε σε ποιόν ανήκει η εξουσία στην Δημοκρατία, στούς πολιτικούς ή στούς πολίτες ; Η μήπως το απαιτούμενο είναι η απο κοινού διαχείρισή της ;

Για το όποιο κομματικό συνέδριο, δεν είναι επαρκές το να ψηφιστεί, ένα δημοκρατικότερο Καταστατικό, το οποίο όποιαδήποτε στιγμή είναι δυνατόν να αλλάζει, αφού δεν θα έχει συνταγματική ισχύ. Οπως δεν είναι βήμα εκδημοκρατισμού, η επιχειρουμενη ανοικτή διαβούλευση, αφού δεν έχει καμμιά θεσμική αξία. Αποτελεί μια πολιτική φενάκη, διότι η ίδια, ή όποια άλλη κυβέρνηση, έχει το δικαίωμα να την αγνοεί, αλλά και να την καταργήσει, όποτε το θελήσει.

Θεσμικό πολιτικό δικαίωμα είναι αυτό που κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα και όχι η όποια κυβερνητική, ή κομματική, δημοσχετίστικη προσωρινή «παροχή».

Ηρθε, η ώρα να πάψουμε να είμαστε υποκείμενα πολιτευματικών παραισθήσεων, να ξεπεράσουμε τα κατακτημένα, και να επεκτείνουμε τις συνταγματικές επιταγές, πέρα από την ελευθερία και την προστασία τού Ελληνα ως άτομο, στην συμμετοχή του ως πολίτη στην διαχείριση τής εξουσίας.

Να διαμορφώσουμε, θεσμικά, νέες πρόσφορες συνθήκες διακυβέρνησής μας, ικανές να μετατρέψουν, την απογοήτευση σε βάσιμη ελπίδα προόδου και ευημερίας, βασισμένης, οχι στα δάνεια ανεύθυνων κυβερνήσεών του, αλλά στις αστείρευτες δυνάμεις τού Λαού, και στις άμεσες υπεύθυνες πολιτικές παρεμβάσεις του.

Η συμμετοχή τού πολίτη στην άσκηση τής εξουσίας, πρέπει να γίνει άξονας εθνικής ιδεολογίας. Η συμμετοχική δημοκρατία είναι απαίτηση τών καιρών, οχι μόνο ως δημοκρατική επιλογή, αλλά και ως εθνική αναγκαιότητα

Προτείνουμε: την κατάθεση και επεξεργασία προτάσεων απο κάθε συνειδητό πολίτη, για την εγκατάσταση στην Ελλάδα, μιάς αμεσώτερης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Την ανάληψη αγώνα απο όλους μας, για την συνταγματική απόδοση στον Ελληνα, πολιτικών δικαιωμάτων παρέμβασης, ελέγχου, και συμμετοχής στο κυβερνητικό έργο, όσων, τουλάχιστον, οι άλλοι ευρωπαίοι απολαμβάνουν προ πολλών δεκαετιών.

(Visited 80 times, 1 visits today)

Προσθήκη νέου σχολίου

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *