Τι είναι Κράτος, τι Πολιτεία και τι θα πει Πολίτευμα

Ο Μιχάλης, όταν τελείωσε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο για δικηγόρος, μετά την θητεία του στο στρατό αποφάσισε να παραμείνει στο χωριό του και να ασκεί το επάγγελμά του στην κοντινή πόλη, που είχε δικαστήριο.

Ακούγοντας, τους συγχωριανούς του, όλο και πιο συχνά, λόγω της φτώχειας που είχε πέσει, να παραπονιούνται και να κατηγορούν το Κράτος, για τις στερήσεις τους και για ό,τι άλλο κακό τους συνέβαινε, στενοχωριόταν.

«Το Κράτος φταίει», «το Κράτος αδιαφορεί», «το Κράτος μας ταλαιπωρεί». Όλοι ένοιωθαν ότι αντί να έχουν το Κράτος σίγουρο υποστηρικτή τους, ήταν σαν να έχουν έναν μεγάλο μπελά πάνω από το κεφάλι τους, που όριζε την ζωή τους και όλο και πιο εχθρικοί γίνονταν απέναντί του. Αυτό, όμως, ήταν μεγάλη εθνική ζημιά.

Μια Κυριακή απόγευμα, ήρθε ένας παχύς καλοντυμένος βουλευτής να τους επισκεφθεί και του παραπονέθηκαν για την ανέχειά τους. Τους απάντησε πως δεν μπορούσε να κάνει τίποτα, διότι το Κράτος δεν λειτουργεί σωστά και είναι ανίκανο να προσφέρει αυτά που χρειάζεται ο κόσμος. Τους είπε, δηλαδή, ξεκάθαρα, ότι το Κράτος φταίει, για την κακή κατάσταση.

Ο Μιχάλης, που τον άκουγε, ήξερε πως για την δυστυχία δεν έφταιγε το Κράτος, αλλά η διοίκησή του, που είναι η Πολιτεία και οι βουλευτές που την κουμαντάριζαν. Αυτά τα είχε μάθει φαρσί στο Πανεπιστήμιο και όταν οι συγχωριανοί του μπέρδευαν την Πολιτεία με το Κράτος χαμογελούσε καλοσυνάτα, για την άγνοιά τους. Όταν, όμως, άκουσε και τον βουλευτή να λέει τα ίδια, παραξενεύτηκε. Δεν μπορεί να μην ήξερε αυτός την μεγάλη διαφορά, που έχει το Κράτος από την Πολιτεία. Ήταν βέβαιος ότι δεν το είπε από λάθος, αλλά επίτηδες. Γιατί, όμως;

Δεν του άρεσε καθόλου που άκουγε έναν γραμματισμένο άρχοντα, να μην μιλά στους απλούς ανθρώπους με τα σωστά νοήματα των λέξεων, έστω κι αν εκείνοι δεν καταλάβαιναν την διαφορά. Πως θα μάθει ο κοσμάκης να μιλά σωστά, άμα οι άνθρωποι που τον κυβερνούν δεν του λένε σωστά και αληθινά πράγματα; Δεν θέλησε να πάει κόντρα εκείνη την στιγμή, μα τον βασάνιζε το Γιατί.

Όταν έφυγε ο βουλευτής, είπε στον Δάσκαλο, που ήταν εκεί, την απορία του.

Ο παληός Δάσκαλος, που είχε γευτεί χρόνια την κατεργαριά των πολιτικών, όταν τον ρώτησε ο Μιχάλης, κούνησε το κεφάλι του και του είπε:
«Δυστυχώς οι πολιτικοί τα μπερδεύουν, όχι διότι δεν ξέρουν ή από αμέλεια, αλλά από πονηριά. Και είναι βέβαιο, ότι οι συγχωριανοί μας δεν χαμπαριάζουν τίποτα από αυτά. Για πες μου Μιχάλη, εσύ που σπούδασες δικηγόρος, τι θα έλεγες σ αυτούς τους απλούς ανθρώπους αν σε ρωτούσαν τι είναι Κράτος, τι Πολιτεία και τι Πολίτευμα, με τρόπο που να το καταλάβουν;»

Ο Μιχάλης ήταν νέος και άπειρος, μα ένοιωθε πως το διάβασμα τον είχε βοηθήσει να κατέχει καλά, τι είναι το ένα και τι το άλλο. Άρχισε να σκέπτεται και του ήρθαν στο μυαλό, όλα αυτά που είχε μάθει στο Πανεπιστήμιο: Πολίτευμα, Λαϊκή Κυριαρχία. Επικράτεια, Βουλή, Κυβέρνηση, Δικαστήρια, Σύνταξη της Πολιτείας, Διοίκηση και τόσες άλλες επικεφαλίδες, που έχει μέσα το Σύνταγμα. Απάντησε, λοιπόν, στον δάσκαλο, ότι ήξερε τι να πει, μα με τι τρόπο και ποια γλώσσα, που να τα καταλάβουν ακόμη και οι αγράμματοι, είναι κομμάτι δύσκολη δουλειά, που δεν γίνεται πρόχειρα και στα όρθια.
«Πρέπει κι εσύ να βοηθήσεις Δάσκαλε, να βρούμε τρόπο να εξηγήσουμε στους συμπατριώτες μας αυτή την διαφορά, που όλοι νομίζουν ότι είναι μόνο για τα βιβλία, μα το ξέρεις πιο πολύ από μένα, πως παίζει σπουδαίο ρόλο και σημασία στην ζωή όλων μας».

Συνεννοήθηκαν να βρεθούν την άλλη μέρα το πρωί, για να συνεργαστούν, με σκοπό να γράψουν, με απλά λόγια, τι εννοούμε όταν λέμε Κράτος, τι Πολιτεία και τι Πολίτευμα. Το έφεραν από δω, το έφεραν από κει και έγραψαν αυτά που λογάριασαν ότι ήταν σωστά να ειπωθούν και θα μπορούσαν να τα καταλάβουν όσοι θα τα άκουγαν. Αποφάσισαν να μαζέψουν στο πιο μεγάλο καφενείο του χωριού, και να εξηγήσουν σε όσους θα ήθελαν να μάθουν τι εννοεί το Σύνταγμα της Χώρας του Ήλιου και της Θάλασσας, που ζούσαν, όταν γράφει Κράτος, Πολιτεία και Πολίτευμα.

Πραγματικά, συγκεντρώθηκαν αρκετοί, μα οι πιο πολλοί από περιέργεια. Πήρε πρώτος τον λόγο ο Μιχάλης, σηκώθηκε από την καρέκλα που καθόταν και τους είπε:
«Για το τι είναι Κράτος, τι Πολιτεία, τι Πολίτευμα, έχουν γράψει σπουδαίοι άνθρωποι, εδώ και πολλούς αιώνες, χιλιάδες βιβλία. Αυτά, που θα σας πω εγώ, είναι τι εννοούμε σήμερα στην πολιτική μας ζωή, άμα χρησιμοποιούμε αυτές τις λέξεις.

Όταν λέμε Κράτος εννοούμε πολλούς ανθρώπους που μένουν στον ίδιο τόπο, που είναι οργανωμένοι να κυβερνιούνται από μόνοι τους, με δικούς τους Νόμους, με σκοπό να ζουν με τάξη και ασφάλεια, ελεύθεροι από κατακτητές. Οι πιο πολλοί μιλούν την ίδια γλώσσα και έχουν τα ίδια συνήθεια, από Πάππο προς Πάππο. Όλους μαζί αυτούς τους ανθρώπους, τους λένε Λαό.

Τον τόπο που μένουν, με τα βουνά, τις θάλασσες, τους δρόμους τα λιμάνια, τα σπίτια, τα εργοστάσια και ό,τι άλλο έχει πάνω του, όλα μαζί τα λένε Επικράτεια. Αυτά που είναι μέσα στην Επικράτεια δεν είναι, βέβαια, όλα του Κράτους, ανήκουν και στους ανθρώπους, αλλά παντού ισχύουν οι Νόμοι του.

Τον τρόπο που κυβερνιούνται, δηλαδή τι θα κάνουν οι απλοί άνθρωποι και τι οι άρχοντες και πως θα το κάνουν, τον αποφασίζουν συναμεταξύ τους και το λένε Πολίτευμα. Όλα αυτά είναι γραμμένα μέσα στο Σύνταγμα, που καθορίζει την μορφή του Πολιτεύματος.

Να πούμε, τώρα, τι είναι η Πολιτεία, που δεν την πολυλένε οι βουλευτές.

Επειδή σε ένα Κράτος υπάρχουν πολλοί άνθρωποι και δεν φτάνουν οι άρχοντες για να λύνουν, μόνοι τους, όλα τα προβλήματα, μοιράζονται την δουλειά μεταξύ τους και διορίζουν πολλούς βοηθούς, για να τα βγάζουν πέρα. Άλλοι φτιάχνουν τους Νόμους στη Βουλή, άλλοι τους εφαρμόζουν που είναι η Κυβέρνηση, άλλοι νοιάζονται να εφαρμόζονται σωστά οι Νόμοι από τους άρχοντες και τους απλούς ανθρώπους, που είναι οι Δικαστές. Είναι, όμως και οι δημόσιοι υπάλληλοι, που δουλεύουν στα υπουργεία και στους δημόσιους οργανισμούς και υπηρεσίες, με σκοπό να εξυπηρετούν τον κόσμο και αποτελούν την Δημόσια Διοίκηση

Άμα προσθέσουμε την Βουλή, την Κυβέρνηση, τα Δικαστήρια και την Δημόσια Διοίκηση, το σύνολό τους το λέμε Πολιτεία.

Είναι, δηλαδή, η Πολιτεία, το πολύ μεγάλο, ζωντανό εργαλείο του Κράτους, στο οποίο στηρίζεται όλη η λειτουργία του. Δεν φταίει, λοιπόν, το κράτος άμα πάει κάτι στραβά, αλλά το εργαλείο που είναι η πολιτεία και οι χειριστές του, που είναι οι πολιτικοί.»

Ευχαριστημένος ο Μιχάλης, που τα είπε αρκετά απλά, κάθισε στην καρέκλα του και ήπιε δυο γουλιές νερό.

Ο Κωσταντής, ένας δυναμικός αγρότης, που θώρησε όλες αυτές τις εξηγήσεις άχρηστες, φώναξε μέσα από τον κόσμο που παρακολουθούσε : «Και τις μας νοιάζουν εμάς όλα αυτά. Εμάς μας καίει να διορθωθούν τα πράγματα.»

Σηκώθηκε ο Δάσκαλος, που καθόταν στο ίδιο τραπεζάκι με τον Μιχάλη και του είπε: «Αν δεν μάθεις την ρίζα του κακού, ποτέ δεν θα γλυτώσεις από το κακό. Μην βιάζεσαι, λοιπόν. Ακούστε δυο λόγια και από μένα και θα δείτε ότι δεν τρώμε την ώρα μας άδικά, εδώ που ήρθαμε.

«Όπως όλοι ξέρετε τα πράγματα δεν πάνε μπροστά, ή πίσω, μοναχά τους, αλλά ανάλογα πως τα κουμαντάρουν οι άνθρωποι. Σε ένα κράτος, λοιπόν, η Επικράτεια, που είναι κάμποι, βουνά και θάλασσες δεν μπορεί να επηρεάσει, από μόνη της, τίποτα. Δεν είναι, λοιπόν, σ’ αυτήν η ρίζα του κακού.

Ο Λαός, που τον λένε κυρίαρχο, και είμαστε εμείς, το μόνο που κάνει είναι να ψηφίζει τους βουλευτές και να τους δίνει το δικαίωμα να αποφασίζουν για όλα αυτοί. Ούτε ο Λαός, επομένως, φταίει για την κατάντια του κράτους.

Μένει, το τρίτο στοιχείο του Κράτους, η Πολιτεία όπως μας είπε ο Μιχάλης. Αυτή έχει τα Δικαστήρια, που νοιάζονται να εφαρμόζονται σωστά οι Νόμοι, την Βουλή για να γίνονται οι Νόμοι, και την Κυβέρνηση, που αποφασίζει τι πρέπει να γίνει και το κάνει με την Δημόσια Διοίκηση.

Είναι φως φανάρι πως αν πάει εμπρός ή πίσω, το Κράτος, εξαρτιέται από την Πολιτεία. Αυτή είναι υπεύθυνη για την όποια παράλειψη, για ό,τι στραβό και για κάθε δυστυχία, ή κάποιο από τα κομμάτια της, που είναι η Βουλή και η Κυβέρνηση με την Δημόσια Διοίκηση. Όταν δεν δουλεύουν σωστά αυτά, πέφτει έξω το Κράτος. Αυτοί που τα έφτιαξαν, όμως, είναι οι βουλευτές και αυτοί τα κουμαντάρουν. Οι βουλευτές, λοιπόν, είναι οι μόνοι υπεύθυνοι για το αν είναι καλό το όλο σύστημα και αν δουλεύει αποτελεσματικά, ή όχι, για να έχουμε ευτυχία, ή δυστυχία, εμείς.

Οι βουλευτές δίνουν τις διαταγές, όπως παληά οι άρχοντες και επομένως αυτοί έχουν όλο το βάρος της ευθύνης για κάθε κακό που συμβαίνει στο Κράτος και υποφέρει ο Λαός. Το ξέρουν καλά, μα δεν τους συμφέρει να το παραδεχθούν. Προσπαθούν , λοιπόν, με κάθε τρόπο, ευθύ, πλάγιο ή ύπουλο, συνειδητά ή υποσυνείδητα, να βγάλουν τις ευθύνες από πάνω τους και να τις ρίξουν στον ίδιο τον Λαό, σ’ εμάς.

Γι αυτό και δεν μιλούν για την ευθύνη της Πολιτείας, αλλά του Κράτους. Διότι στην Πολιτεία είναι μόνον αυτοί, ενώ στο Κράτος είμαστε κι εμείς. Αντί να μας εξηγούν την αλήθεια, εκμεταλλεύονται το ότι δεν τα ξέρουν πολλοί από μας αυτά και προσπαθούν να μοιραστούν μαζί μας τα δικά τους λάθη. Μας ταλαιπωρούν και όμως προσπαθούν να μας φορτώνουν το κακό που φέρνει η δική τους ανικανότητα. Είναι μεγάλη αδικία»

Ο Δάσκαλος κάθισε και ένα σούσουρο ακούστηκε, μέσα στο καφενείο, από τα σιγοψιθυρίσματα ανάμεσα στις παρέες, που τόση ώρα τον άκουγαν, άλλοι με πολύ ενδιαφέρον και άλλοι απλώς παρακολουθώντας. Όλοι, όμως, τώρα, προσπαθούσαν να χωνέψουν τα λόγια του.

Ο Πρόεδρος του χωριού, ένας δραστήριος και καλοσυνάτος άνθρωπος, μα χωρίς πολλές σπουδές, είπε σκεφτικός:
«Είναι το ευχαριστώ, που τους ψηφίζουμε και τους εμπιστευόμαστε το δικαίωμα να μας κυβερνούν όπως θέλουν. Κατηγορούν το Κράτος, δηλαδή κι εμάς, αντί να έχουν το θάρρος να μιλούν για την Πολιτεία, που μόνο αυτοί την κουμαντάρουν.

Καμαρώνουν όταν τα πράγματα πάνε καλά και λένε κοιτάξτε τι καλά που τα καταφέραμε! Τότε φέρνονται σαν να είναι οι ίδιοι το καλό Κράτος. Το Κράτος δικαίου, το κοινωνικό κράτος, το σύγχρονο κράτος, το δημοκρατικό κράτος, το φιλελεύθερο κράτος, το κράτος πρόνοιας και τόσα άλλα.

Όταν πάνε στραβά, τότε θυμούνται το χωρίς πρόσωπο κακό Κράτος και ρίχνουν σ αυτό το φταίξιμο. Και επειδή σπάνια πάνε καλά, όλο λένε πως φταίει το Κράτος. Κι εμείς, ο κοσμάκης, ακούγοντάς τους συνέχεια, συνηθίσαμε να το λέμε κι εμείς, βγάζοντας μόνοι μας τα μάτια μας, χωρίς να το καταλαβαίνουμε. Τώρα, όμως, θα τους πούμε, στα ίσια, να αλλάξουν τροπάρι.

Να αφήσουν τις μπαγαμποντιές τους κατά μέρος, και να κοιτάξουν να κυβερνούν σωστά την Πολιτεία, για να λυθούν τα προβλήματά μας. Έτσι που μας τα είπατε, εγώ κατάλαβα πως άμα πούμε ότι το Κράτος είναι ένα καράβι, τότε η Πολιτεία είναι η μηχανή και το τιμόνι του, που τα κουμαντάρουν ο καπετάνιος και οι ναύτες. Άμα κάνουν καλό κουμάντο, κάνουν καλό ταξείδι οι επιβάτες, άμα είναι ανάξιοι το καράβι πάει φούντο! Δεν φταίει, όμως, το καράβι, ούτε οι ταξιδιώτες, αλλά οι καπεταναίοι. Οι κυβερνήσεις πέφτουν, οι βουλευτές φεύγουν, αλλά το Κράτος μένει και πρέπει να το κάνουμε έτσι, που να μας στηρίζει και να το αγαπάμε.»

Η ώρα είχε περάσει, λίγο-λίγο άδειαζε το καφενείο και Μιχάλης με τον Δάσκαλο, αναρωτιόνταν, αν τελικά είχαν βοηθήσει τους συγχωριανούς τους. Το σίγουρο ήταν ότι προσπάθησαν να τους φωτίσουν και ότι ο Πρόεδρος είχε καταλάβει καλά τι θα απαντούσε την επόμενη φορά, όταν θα ξαναμιλούσε για το δήθεν φταίξιμο του Κράτους

Ο Παπάς, που καθόταν σε μια γωνιά αμίλητος τόση ώρα, τους είπε καληνυχτίζοντάς τους: «Την ευλογία του Θεού να έχετε, μα θαρρώ πως όσοι σας άκουσαν, έμαθαν πράγματα, που θα τους βοηθούν πολύ να ξεχωρίζουν πότε οι άρχοντες τους κοροϊδεύουν και πότε τους λένε την αλήθεια. Κι αυτό είναι το πιο σπουδαίο για να πάμε μπροστά.»

Οι ομιλητές έφυγαν για τοα σπίτια τους, νοιώθοντας ότι θα κοιμηθούν πιο ικανοποιημένοι, αφού με τα γράμματα, που έμαθαν, μπόρεσαν να βοηθήσουν τους συγχωριανούς τους προσφέροντάς τους γνώση. Ο Μιχάλης, μάλιστα, αποφάσισε να κάνει κι άλλη τέτοια συζήτηση, μα αυτό είναι ένα άλλο ιστοριάκι.

(Visited 5,736 times, 1 visits today)

Προσθήκη νέου σχολίου

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *