Προσόντα υποψηφίων αρχόντων

Στα πολύ παληά χρόνια, στην Χώρα του Ήλιου και της Θάλασσας, οι άνθρωποι είχαν διώξει τους βασιληάδες και τους πρίγκηπες και είχαν αποφασίσει να μπορούν να γίνονται άρχοντες οι ίδιοι, πότε ο ένας και πότε ο άλλος.

Στην αρχή ήταν ευχαριστημένοι, που όλοι μπορούσαν να κάθονται, για ένα διάστημα, στις αρχοντικές καρέκλες και να διατάζουν τους υπόλοιπους.

Διάλεγαν μερικούς, τους έδιναν τα κλειδιά και τις σφραγίδες, για να κάνουν όλο το κουμάντο και οι υπόλοιποι τα περίμεναν όλα από τους διαλεγμένους.

Με τον καιρό, όμως αποδείχτηκε, πως αυτή η ιδέα τους δεν ήταν η καλύτερη και ήθελε διόρθωμα.

Όταν έγινε μια μάχη με κάτι κακούς γείτονες και έτυχε να είναι άρχοντας για τον στρατό, ένας φοβητσιάρης άνθρωπος, μόλις είδε τους εχθρούς απέναντι, πήρε δρόμο και έφυγε αφήνοντας τους στρατιώτες να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους. Μια άλλη φορά, έκαναν άρχοντα, για τα οικονομικά, έναν άνθρωπο που δεν ήξερε να μετρά τους αριθμούς. Άλλοτε πάλι, ένας μεροκαματιάρης κληρώθηκε να κάνει κουμάντο στα σχολεία, μα ο ίδιος δεν ήξερε καλά-καλά ούτε να διαβάζει. Έγιναν πολλά τέτοια παρδαλά, μα απογοητεύθηκαν τελείως, όταν εμπιστεύθηκαν έναν νεαρό άρχοντα και του ανάθεσαν να κάνει συμφωνίες με κάτι πλούσιους γείτονες και τα έκανε θάλασσα με την απειρία του. Αντί να συνεννοηθεί μαζί τους, τσακώθηκε κάνοντας τον παλληκαρά, αν και ήταν ένα τίποτα μπροστά τους, με αποτέλεσμα να βρεθούν όλοι χρεωμένοι και να δουλεύουν γι αυτούς σαν αφεντικά τους, ενώ πρώτα ήταν φίλοι που τους βοηθούσαν.

Είπαν, λοιπόν τότε, πως δεν πάει άλλο αυτή η δουλειά. Πρέπει να αλλάξουν την απόφασή τους και ναι, να μπορούν όλοι να γίνονται άρχοντες, μα να είναι και κατάλληλος ο καθένας, για να κουλαντρίζει καλά, το ζόρι του κουμάντου που του λαχαίνει.
Το σκέφτηκαν, το ξανασκέφτηκαν και αποφάσισαν, για να μην τσακώνονται, λέγοντας ο καθένας το κοντό του και το μακρύ του, για τον κάθε νέο άρχοντα, να γράψουν κάποια προσόντα, που δεν θα ήταν σπουδαία, μα θα έπρεπε να τα έχουν όλοι, όσοι ήθελαν να γίνουν άρχοντες.

Σε όλες τις γειτονιές και τα χωριά της Πολιτείας άρχισαν ατέλειωτες κουβέντες, για το ποια πρέπει να είναι αυτά τα προσόντα.

Μια τέτοια συζήτηση ξεκίνησε και στα γραφεία του τοπικού συλλόγου του Ηλιόφωτου, όπου είχαν μαζευτεί κάποιοι γραμματισμένοι και πολλοί περίεργοι, που άλλοι ήθελαν να ακούσουν και άλλοι να πουν την γνώμη τους.

Όλοι απόρησαν, όμως, όταν ο αριστερός ψάλτης της Εκκλησίας, ο Στάθης, τους είπε ότι δεν είναι σωστό να αποκλείσουν οποιονδήποτε να γίνει άρχοντας.
«Καταργείτε την ισότητα, που τόσο την θέλαμε και γι αυτό διώξαμε τους αριστοκράτες. Άμα βάλετε εμπόδια και κάποιοι θα μπορούν και άλλοι όχι, να γίνονται άρχοντες, τότε δεν θα είμαστε όλοι ίσοι.»

Αμέσως, πετάχτηκε από την θέση του ο Μιχάλης, που σαν νέος δικηγόρος είχε γίνει και Πρόεδρος του Συλλόγου. Αν και συνήθως πολύ ήρεμος, θέλησε να προλάβει το ξεστράτισμα της συζήτησης:
«Δεν είναι σωστό αυτό που είπε ο ψάλτης. Τα προσόντα που θέλουμε να βάλουμε δεν είναι εμπόδια, αλλά ένα κόσκινο ποιότητας, για να κάνουμε ένα πρώτο ξεδιάλεγμα. Δεν περιορίζονται τα δικαιώματα κανενός, ούτε καταργείται η ισότητα, αφού εμείς οι ίδιοι αποφασίζουμε να τα βάλουμε για εμάς και όχι κάποιοι απ έξω, με το ζόρι.

Η ισότητα δεν καταργείται, όπως δεν καταργείται όταν κανένας δεν έχει το δικαίωμα να κάνει τον γιατρό, αν δεν του δώσει άδεια η Πολιτεία, μετά τις σπουδές τους. Το ίδιο για τον δικηγόρο, τον μηχανικό, ακόμη και γι αυτόν που πουλάει φάρμακα.»

Πήγε να συνεχίσει, μα ο Κίμωνας, που μόλις είχε απολυθεί από τον στρατό, με το παράπονο ότι δεν τον έκαναν τσολιά, αν και σχετικά ψηλός, τον πρόλαβε.
«Κι εγώ ήθελα να γίνω τσολιάς, μα δεν με άφησαν γιατί θέλανε μόνο δίμετρους. Κι άλλοι ήθελαν να γίνουν αξιωματικοί, μα τους έκοψαν. Γιατί σ’ αυτά δεν μιλάνε για ισότητα; Από πού ως που, λοιπόν, πρέπει όλοι να έχουν το δικαίωμα να γίνουν άρχοντες, άμα είναι ξύλα απελέκητα;»

Ο Μιχάλης χαμογέλασε και ξαναπήρε τον λόγο.
« Ναι Κίμωνα έτσι είναι. Έχουμε δίκηο να επιμένουμε, ότι αυτοί που κουμαντάρουν την Πολιτεία σαν αντιπρόσωποί μας, πρέπει να έχουν κάποια, έστω λίγα, προσόντα σαν άτομα. Στο χέρι μας είναι να βάλουμε κάποιους νέους όρους στην συμφωνία της συναμεταξύ μας Δημοκρατίας. Είναι σωστό να συμφωνήσουμε ότι όποιος από μας ζητήσει να αντιπροσωπεύει πολλούς, θα πρέπει να έχει κάποια ελάχιστα προσόντα, για να μπορεί να υποστηρίζει τα θέματά μας και να λύνει τα προβλήματά μας.

Και εν πάση περιπτώσει, πρέπει να καταλάβεις Στάθη, ότι η ισότητα δεν μπορεί να καταργεί την ανάγκη να είναι ικανοί οι άρχοντες να κάνουν σωστά τη δουλειά που παίρνουν απάνω τους. Από αυτό εξαρτάται αν θα περνάμε όλοι μας καλά, ή όχι. Να συνεχίσουμε, λοιπόν, την συζήτηση και όπως λέτε κι εσείς οι ψαλτάδες, προηγούνται τα αναστάσιμα.»

Ο πάντα πρακτικός, λόγω της δουλειάς του, αφού ήταν μηχανικός, Γιάννης, αφήνοντας στο τραπέζι το φλιτζάνι του καφέ του, πρόσθεσε για να τσιγκλήσει την κουβέντα,.
«Για θυμηθείτε τότε που αποκαλύφθηκε ότι ο υπουργός των στρατιωτικών δεν είχε πάει στρατιώτης, την άλλη περίπτωση που ο υπουργός των οικονομικών είχε κοροϊδέψει την Εφορία, ή τον άλλον που τον έκαναν Υπουργό Επικρατείας, δηλαδή μέσα σε όλα, αλλά ήταν ανεπάγγελτος. Πως μπορεί να διοικήσει ένας άνθρωπος την Πολιτεία αν δεν έχει μάθει να διοικεί το χωριό του, τουλάχιστον.

Βέβαια, το αρχοντιλήκι δίνει αέρα στον άνθρωπο, μα είναι ανοησία να πιστεύουμε ότι όταν διαλέγουμε κάποιους για άρχοντες, και μάλιστα για να κάνουν μόνοι τους το κουμάντο της Πολιτείας, γίνονται σοφοί. Ξαφνικά, δηλαδή, οι κουτοί θα γίνουν έξυπνοι, οι κακοί καλοί, οι ακαμάτηδες προκομμένοι, οι κλέφτες τίμιοι, οι πονηροί αγαθοί, μόνο και μόνο επειδή τους. ψηφίσαμε.

Η θεία φώτιση και το Άγιο Πνεύμα πάνε μόνο σ ‘αυτούς που πιστεύουν βαθειά στον Θεό, και όχι στους καταφερτζήδες, που με τις γνωριμίες τους, μας πλάνεψαν να τους δώσουμε ένα αξίωμα, που δεν τους άξιζε. Να αρχίσουμε , λοιπόν, να λέει ο καθένας με τι κόσκινα νομίζει ότι πρέπει να κοσκινίζουμε τους υποψήφιους άρχοντες.»

Εκεί ήταν και ο Δάσκαλος του χωριού, που μια και βρήκε μαζεμένο κόσμο, θέλησε να τους μάθει μερικά πράγματα από την ιστορία της Χώρας τους, που είχαν σχέση με την συζήτηση που έκαναν. Πήρε, λοιπόν, τον λόγο και είπε :
«Στα αρχαία χρόνια, τότε που ήμασταν λίγοι στην Πατρίδα μας, γίνονταν όλοι άρχοντες με κλήρο. Πριν ορκιστεί κάποιος, όμως, για να πάρει το αξίωμα που του έλαχε, τον εξέταζαν οι γεροντότεροι. Έψαχναν να δουν αν ήταν άξιος για το αρχοντικό του αξίωμα. Τον υπόβαλαν, λοιπόν, στην λεγόμενη Δοκιμασία, όπου τον ρωτούσαν, αν πλήρωνε τους φόρους του, ποια ήταν η οικογενειακή του καταγωγή, αν φρόντιζε τους γονείς του, εάν υπήρχε προσκυνητάρι στο σπίτι του, που ήταν οι οικογενειακοί του τάφοι, αν είχε πάει στρατιώτης, αν είχε πάρει μέρος σε μάχες και αν είχε δείξει θάρρος σ’ αυτές. Και μόνο η δειλία ήταν αρκετή, αν υπήρχαν μάρτυρες ότι είχε δειλιάσει, για να μην του αναθέσουν το αξίωμά του, κι ας του είχε λάχει στον κλήρο. Κι όλη αυτή η κουβέντα δεν γινόταν στα κρυφά, αλλά σε πλατείες, μπροστά σε όλους, που ο καθένας μπορούσε να πάρει τον λόγο και να καταγγείλει αυτόν που εξεταζόταν, αν έλεγε κάποιο ψέμα.»

Ο Παπάς, που συχνά παρακολουθούσε σιωπηλός τέτοιες συζητήσεις, αισθάνθηκε ότι έπρεπε να δώσει μια συμβουλή.
«Μακάρι, παιδιά μου, να μπορέσετε να βάλετε τέτοιους κανόνες κι εσείς, για να μπορούμε να λέμε αυτό που έλεγαν με υπερηφάνεια οι πρόγονοί μας. «Κανένας δεν παίρνει πολιτικό αξίωμα, με γνωριμίες, συγγενολόγια και κουμπαριές, παρά μόνο με την αξιοσύνη του.»

Φροντίστε να έχετε τρόπο να βρίσκετε τους αξιότερους για άρχοντες. Είναι ανάγκη να νοιώσουμε όλοι βαθειά μέσα μας ότι πρέπει με πολλή φρόνηση, να διαλέγονται, ώστε να μπορούν να κάνουν καλό στην Πατρίδα. Να βάλουμε στην άκρη τις αδυναμίες μας, που γυρεύουν εκείνον που θα μας δώσει ψεύτικη σημασία και θα υπόσχεται ότι θα κάνει όλα τα χατίρια μας.

Για να περνά καλά ο καθένας μας, πρέπει να νοιάζονται οι άρχοντες πρώτα για την Πολιτεία.

Είναι πολλή σπουδαία δουλειά αυτό το κόσκινο που πάτε να βάλετε για όσους θέλουν να γίνουν άρχοντες. Είναι πολύ σημαντικό το Σήμερα και το Αύριο, το δικό μας, των παιδιών μας και της Πατρίδας μας, να μπορούμε να το εμπιστευόμαστε σε νοικοκύρηδες άρχοντες.»

Για το ότι πρέπει να απαιτούνται κάποια ελάχιστα προσόντα, για όποιον ήθελε να είναι υποψήφιος, συμφώνησαν όλοι, μα για το ποια πρέπει να είναι είπαν ότι χρειάζεται πολλή σκέψη, για να μην αποκλείεται κανένας άδικα.

Ποια συμφώνησαν να είναι ; Έ αυτό είναι μια άλλη ιστορία.

(Visited 22 times, 1 visits today)

Προσθήκη νέου σχολίου

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *